Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2013

Αναλύσεις: Η παραγωγική υπανάπτυξη

5 Οκτ. 2013  Η παραγωγική υπανάπτυξη

Ημερησία  του Σαββάτου -Οικονομία, 5/10/2013

Η τρέχουσα χρεοκοπία και κατάρρευση δεν προέκυψε τυχαίως το 2009. Προηγήθηκε πολυετής και συστηματική οικοδόμησή της εν μέσω αυταπατών «ανάπτυξης», «σύγκλισης», «ισχυρής Ελλάδας», «θωρακισμένης οικονομίας». Διότι η οικονομία είναι αναπτυγμένη, ισχυρή, θωρακισμένη, ευημερούσα, βιώσιμη, όσο ευρύτερος/παραγωγικότερος είναι σε αυτήν ο τομέας των διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και υπηρεσιών της.


Όταν η Ελλάδα συνδέθηκε με τη ζώνη του ευρώ, το 2000, ο τομέας των διεθνώς εμπορευσίμων αγαθών και υπηρεσιών υπολογίσαμε ότι αντιστοιχούσε στο 25% του ΑΕΠ. Επρόκειτο για ένα πολύ χαμηλό ποσοστό - το χαμηλότερο στην τότε ΕΕ-15. Είχε επίσης τη χαμηλότερη παραγωγικότητα του μεταποιητικού τομέα στην ΕΕ-15. Το 2009, όταν κατέστη εμφανές ότι η ελληνική οικονομία κατέρρεε, ο τομέας των διεθνώς εμπορευσίμων είχε συρρικνωθεί στο 20,5% του ΑΕΠ.
 
Όμως η παραγωγική υπανάπτυξη της περιόδου 2000-2009 ήταν μεγαλύτερη από ό,τι δείχνει η μείωση του 25% σε 20,5%. Για να γίνει κατανοητή αυτή η εξέλιξη του τομέα των εμπορευσίμων την περίοδο 2000-2009, προχωρήσαμε (βλ. στο «Θύμα Λιτότητας η Ελλάδα ή «Ολλανδικής Ασθένειας;»» Foreign Affairs, The Hellenic Edition, Τεύχος 18,) σε επιπλέον διαίρεσή του σε δύο νέες υποκατηγορίες.
 
Η πρώτη αφορά τα αγαθά που παράγονται με τεχνολογικές μεθόδους οι οποίες δεν βελτιώνονται δραματικά στο πέρασμα του χρόνου και, λιγότερο ή περισσότερο, ανήκουν στην πολιτισμική ή φυσική «προικοδότηση» της εθνικής οικονομίας. Η προσφορά τους και η τιμή τους δεν προσδιορίζονται κυρίως από την τεχνολογική εξέλιξη αλλά, μάλλον, από την παγκόσμια ζήτηση και συσχετίζονται με την τάση και την κυκλικότητα της παγκόσμιας οικονομίας. Τέτοιοι είναι οι κλάδοι των ορυχείων, των διεθνών ναυτιλιακών μεταφορών και του τουρισμού -κλάδοι που κινούνται ακολουθώντας τον κύκλο της παγκόσμιας οικονομίας. Υπολογίσαμε ότι αποτελούσαν το 2000, το 9% του ελληνικού ΑΕΠ και το 2009 η ποσοστιαία συμμετοχή τους στο ΑΕΠ ήταν ακριβώς η ίδια.
 
Η δεύτερη αφορά τους κλάδους όπου οι βελτιώσεις της παραγωγικότητας είναι κεφαλαιώδους σημασίας και όπου ο παραγωγός, προκειμένου να παραμείνει στην αγορά, πρέπει να λειτουργεί μονίμως πλησίον του «τεχνολογικού συνόρου». Αυτοί είναι οι μεταποιητικοί κλάδοι, και οι κλάδοι που σχετίζονται ποικιλοτρόπως με την πληροφορική και με τις υπηρεσίες «τεχνολογικής αιχμής». Είναι ο τομέας όπου το «μανθάνειν δια του πράττειν» είναι ο μόνος εφικτός τρόπος λειτουργίας, και είναι το τμήμα εκείνο της οικονομίας όπου είναι δυνατόν να εκτιμηθούν το σφρίγος και το επίπεδο της «ενδογενούς» αναπτυξιακής δυναμικής της.
 
Αυτά τα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες, που «κάνουν τη διαφορά» στην ανάπτυξη, αντιπροσώπευαν το 2000 το 16% του ΑΕΠ, και το 2009 είχαν μειωθεί στο 11,5%. Οι δε διεθνείς συγκρίσεις είναι αποκαλυπτικές. Όλες οι άλλες ευρωπαϊκές «μικρές ανοικτές οικονομίες» που έχουν και υψηλότερο επίπεδο παραγωγικότητας από την Ελλάδα, παρουσιάζουν πολύ υψηλότερα ποσοστά τέτοιων αγαθών και υπηρεσιών στο ΑΕΠ τους. Κι αυτό δείχνει τη δημιουργηθείσα παραγωγική υπανάπτυξη και καχεξία.